Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ
Αντικείμενο
Το Βελανιδοδάσος Ξηρομέρου καταλαμβάνει συνολική έκταση 130.000 στρεμμάτων περίπου και είναι το μεγαλύτερο σε έκταση δάσος ήμερης βελανιδιάς στην περιοχή των Βαλκανίων. Βρίσκεται στην δυτική πλευρά του νομού Αιτωλοακαρνανίας και εκτείνεται από την παραλιακή περιοχή των όρμων Αστακού και Πλατυγιαλίου μέχρι τον ποταμό Αχελώο στα ανατολικά και την λίμνη Οζερό στα βορειοανατολικά. Πρόκειται για ένα δημόσιας ιδιοκτησίας δάσος μέσα στο οποίο περιλαμβάνονται και ιδιωτικές εκτάσεις, κυρίως καλλιέργειες και βοσκότοποι. Ο βασικός πυρήνας της περιοχής του δάσους είναι μια γραμμή από λόφους δυτικά και νότια της λίμνης Οζερού η οποία ονομάζεται λοφοσειρά Λιγοβίτσι – Μάνινα.
Περιλαμβάνεται στα διοικητικά όρια τεσσάρων Δήμων:
• Του Δήμου Αστακού, όπου ανήκει και το μεγαλύτερο τμήμα του δάσους
• Του Δήμου Στράτου
• Του Δήμου Οινιαδών και
• Του Δήμου Φυτειών
Επίσης, υπάγεται στην δικαιοδοσία τριών δασαρχείων:
• Του Δασαρχείου Αμφιλοχίας
• Του Δασαρχείου Αγρινίου και
• Του Δασαρχείου Μεσολογγίου
Εντός της έκτασης του βελανιδοδάσους βρίσκονται 11 οικισμοί, των οποίων διαχρονικά η εξέλιξη υπήρξε στενά συνδεδεμένη με το βελανιδοδάσος, οι οικισμοί αυτοί είναι:
• Αγράμπελο
• Γουριώτισσα
• Μάνινα Βλυζιανών
• Μαχαιρά
• Μπαμπίνη
• Παλαιομάνινα
• Πρόδρομος
• Ρίγανη
• Σκουρτού
• Στρογγυλοβούνι
• Χρυσοβίτσα
Εκτός τους οικισμούς αυτούς που είναι ανεπτυγμένοι περιμετρικά του κυρίως πυρήνα του βελανιδοδάσους υπάρχουν πολλοί περισσότεροι οικισμοί στην ευρύτερη περιοχή του Ξηρομέρου που η οικονομική τους βάση στηρίχθηκε κατά το παρελθόν στη συλλογή και το εμπόριο του βελανιδιού.
Βιοποικιλότητα
Η χλωρίδα και πανίδα που υπάρχει στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου συνιστά ένα οικοσύστημα με πλούσια βιοποικιλότητα, η οποία έχει υποβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια και χρήζει άμεσης προστασίας προκειμένου να μην υποβαθμιστεί ακόμη περισσότερο. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα παραδείγματα συγκεντρώσεως δασικών περιοχών βαλανιδιάς στην Ελλάδα.
Το κυρίαρχο είδος στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου είναι η βελανιδιά και ειδικότερα η ήμερη βελανιδιά, η οποία έχει πανάρχαια σχέση με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Συναντάται κυρίως σε πεδινές περιοχές και κοντά σε οικισμούς οπότε και συνδέεται στενά με τα πολιτισμικά τοπία όπου συνυπάρχει η γεωργία και η κτηνοτροφία με το φυσικό τοπίο. Η ήμερη βελανιδιά δεν έχει ιδιαίτερες εδαφικές απαιτήσεις. Αναπτύσσεται σε αβαθή μέχρι και βαθιά εδάφη από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι περίπου τα 1.000 μ. υψόμετρο με προτίμηση στις πεδινές και λοφώδεις θέσεις 600 – 700 μ. υψόμετρου σε όλες τις εκθέσεις και κλίσεις. Είναι μακρόβιο είδος και μπορεί να ζήσει περισσότερο από 1000 χρόνια. Στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου έχουν καταγραφεί βελανιδιές ηλικίας μέχρι 800 ετών.
Η χλωρίδα είναι πλούσια σε είδη. Σύμφωνα με έρευνα της χλωρίδας που έχει πραγματοποιήσει το Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων (που εδρεύει στο Αγρίνιο) του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2003 καταγράφτηκαν στην περιοχή 256 γηγενή φυτά. Αυτή η συλλογή περιλαμβάνει μερικά σπάνια και ενδιαφέροντα είδη, όπως είναι οι εντυπωσιακές αποικίες της παιώνιας (Paeonia mascula russoi) και μια αξιόλογη ποικιλία από άγριες ορχιδέες που περιλαμβάνουν την Ophrys reinholdii και την Ophrys helenae.
Η δασική και η ευρύτερη περιοχή έχει και ορνιθολογικό ενδιαφέρον, διότι παρουσιάζει 127 είδη πουλιών τα οποία έχουν καταγραφεί. Από αυτά 26 είδη είναι υπό προστασία και αναφέρονται στον κατάλογο 1, της οδηγίας για τα πουλιά 79/409/EC. Τέσσερα είδη δρυοκολαπτών υπάρχουν στο δάσος, καθώς και ο δεντροκόπος (Dendrocopos medius) που είναι αρκετά άφθονος. Σημαντικά πουλιά που φωλιάζουν στην περιοχή είναι ο βραχύποδας αετός (Circaetus gallicus), ο αετός (Pernis apivorus), το μικρότερο γεράκι (Falco naumanni) και μερικά άλλα ενδιαφέροντα είδη των Βαλκανίων. Εξάλλου η περιοχή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη λίμνη Οζερό, το Δέλτα του Αχελώου και τους υγροτόπους που παρουσιάζουν σημαντική και σπουδαία ορνιθολογική πηγή.
Υπάρχει επίσης ποικιλία βιοτόπων που δημιουργούνται από λιβάδια, βραχώδεις μικροπεριοχές και ποικιλία δασικών ομάδων και βοσκοτόπων. Αυτές οι συνθήκες είναι πολύτιμες για μια ποικιλία ζωολογικού ενδιαφέροντος, η οποία περιλαμβάνει ορθόπτερα, όπως το έντομο Saga sp. και διάφορες νυχτερινές πεταλούδες όπως η Saturnia pyri. Υπάρχει επίσης μία ποικιλία από ερπετά μεταξύ των οποίων δύο είδη χελώνας, την Testudo marginata και T. hermanni, διάφορα φίδια και ομάδες από σαύρες που βρίσκονται σε πληθυσμούς αρκετά ενδιαφέροντες.
Άλλα ενδιαφέροντα σημεία της βιοποικιλότητας της περιοχής περιλαμβάνουν ένα μεγάλο αριθμό από δέντρα μεγάλης ηλικίας και κλειστές ομάδες ώριμων δέντρων με πολύ σάπιο υλικό ξυλείας που είναι ιδεώδες για πολλά ασπόνδυλα είδη που περιλαμβάνουν επίσης μεγάλους κανθάρους του δάσους, λειχήνες και μύκητες.
Πολιτιστική κληρονομιά
Η περιοχή είναι σημαντικότατη από πολιτιστικής πλευράς. Η Ακαρνανία είναι διάσπαρτη από σημαντικά Μυκηναϊκά και Κλασσικά Ελληνικά μέρη. Ερείπια από πόλεις και τείχη παλιών φρουρίων υπάρχουν κοντά και μέσα στο δάσος βαλανιδιάς. Υπόλοιπα Βυζαντινών – χριστιανικών μνημείων, μικρές εκκλησίες και άλλα μονοπάτια υπάρχουν στους λόφους. Η περιοχή του βελανιδοδάσους Ξηρομέρου κρατάει μέσα της πέντε αρχαία κάστρα και μεγάλο αριθμό βυζαντινών μνημείων και ιστορικών τόπων. Στην ευρύτερη περιοχή του Βελανιδοδάσους Ξηρόμερου ξεχωρίζουν τα τείχη της αρχαίας Στράτου, του Παλαιόκαστρου Λιγοβιτσίου, των Δηριέων (Σκουρτού), της Μητροπόλεως (σημερινής Ρίγανης), των αρχαίων Κορόντων (Χρυσοβίτσα), και της αρχαίας Σαυρίας στην Παλαιομάνινα.
Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των χωριών, τα τοπικά εδέσματα και ο τρόπος ζωής των κατοίκων είναι αυθεντικά κληρονομήματα και πηγές για εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Η συλλογή του βελανιδιού για εξαγωγή είχε γίνει συνήθεια για τους κατοίκους, για πάνω από 600 χρόνια και ήταν ένας ισχυρός δεσμός των ντόπιων κατοίκων και του μοναδικού δάσους βαλανιδιάς.
Το μοναστήρι της Παναγίας Λιγοβιτσιάνας, που βρίσκεται ακριβώς πάνω από τη λίμνη Οζερό, δέχεται μεγάλο αριθμό επισκεπτών καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου οι οποίοι διέρχονται μέσα από το βελανιδοδάσος, χωρίς να τους δίνεται όμως η δυνατότητα να το γνωρίσουν και να το απολαύσουν. Το διαρκώς αυξανόμενο ρεύμα επισκεπτών προς το Μοναστήρι Λιγοβιτσίου, και οι διαρκώς αυξανόμενες επισκέψεις σχολείων και ορειβατικών – φυσιολατρικών συλλόγων στο βελανιδοδάσος καταδεικνύουν περίτρανα την τεράστια σημασία του θρησκευτικού και οικολογικού - περιηγητικού τουρισμού για την περιοχή μας, ο οποίος όμως βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα.
Κίνδυνοι
Οι σημαντικότεροι κίνδυνοι που απειλούν το βελανιδοδάσος και έχουν συντελέσει διαχρονικά στην συρρίκνωσή του, οφείλονται σε συντριπτικό ποσοστό στον ανθρώπινο παράγοντα. Πιο συγκεκριμένα:
• Οι παράνομες εκχερσώσεις και καταπατήσεις του δημόσιου δάσους σε βάρος της δασοκάλυψης, που γίνονται για την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και των βοσκοτόπων
• Οι εμπρησμοί που γίνονται είτε από αμέλεια είτε εκ προθέσεως με σκοπό την επέκταση των βοσκοτόπων και των καλλιεργούμενων εκτάσεων.
• Η υπερβόσκηση με κύρια είδη τα αιγοπρόβατα που μπορούν και κινούνται σε επικλινή και δύσβατα εδάφη εμποδίζοντας την φυσιολογική ανάπτυξη των νεαρών βελανιδιών και επιβραδύνουν σημαντικά την φυσική αναγέννηση του δάσους. Στο παρελθόν οι χοίροι ελεύθερης βοσκής ήταν από τα κυρίως ζώα που τρέφονταν με τα βαλανίδια κάτι που σήμερα έχει περιοριστεί σημαντικά αν όχι και εκλείψει.
• Ο σημαντικότερος όμως κίνδυνος εξαφάνισης του δάσους οφείλεται στην λαθροϋλοτομία με σκοπό την εμπορική εκμετάλλευση του ξύλου της βελανιδιάς, το οποίο διοχετεύεται ως καυσόξυλα στα κοντινά αστικά κέντρα της περιοχής. Η λαθροϋλοτομία έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα αφότου σταμάτησε να γίνεται η συλλογή του βελανιδιού. Είναι συγκριτικά η πλέον κερδοφόρα μορφή παράνομης εκμετάλλευσης του βελανιδοδάσους και ταυτόχρονα αποτελεί τον πιο ανήθικο οικολογικά στόχο αυτής της εκμετάλλευσης. Τα δέντρα της βελανιδιάς δεν βλέπονται πλέον σαν μια πηγή βασικού οικονομικού παράγοντα και είναι εκτεθειμένα σε παράνομη ξύλευση για τις επιχειρήσεις ξυλείας και για τη θέρμανση από τα τζάκια και τις ξυλόσομπες. Η παράνομη ξύλευση είναι δύσκολο να σταματήσει και αυτό έχει δημιουργήσει έντονο τοπικό ενδιαφέρον για την προστασία του υπολειπομένου δάσους.
Ο βασικός παράγοντας που καθιστά τις ως άνω δραστηριότητες ως σοβαρούς κινδύνους για το βελανιδοδάσος είναι ότι το κυρίαρχο είδος – η ήμερη βελανιδιά – μεγαλώνει πολύ αργά γεγονός που καθιστά τη φυσική αναγέννηση του δάσους εξαιρετικά χρονοβόρα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι απαιτούνται τουλάχιστον 60 χρόνια για να καρποφορήσει για πρώτη φορά μία νεαρή βελανιδιά!
Εκτός όμως από τους κινδύνους που προέρχονται από τον άνθρωπο υπάρχουν και οι φυσικοί κίνδυνοι οι οποίοι εκδηλώνονται πολύ πιο σπάνια και είναι λιγότερο καταστροφικοί. Τέτοιοι κίνδυνοι είναι:
• Το παράνομο κυνήγι που συντελεί στον δραστικό περιορισμό της βιοποικιλότητας της περιοχής.
• Οι πυρκαγιές που οφείλονται σε φυσικά ή τυχαία αίτια όπως για παράδειγμα είναι οι κεραυνοί.
• Οι ασθένειες που μπορεί να προσβάλουν τα δένδρα.
Τα φαινόμενα αυτά πάντως είναι σπάνια στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου.
Καθεστώς προστασίας
Δυστυχώς το βελανιδοδάσος είναι μια από τις ελάχιστα μελετημένες περιοχές της προστασίας της φύσης στην Ελλάδα και είχε εγκαταλειφθεί από τις πρόσφατες δραστηριότητες προστασίας της περιοχής (Εθνικό Πάρκο λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου – Αιτωλικού και κάτω ρου του Αχελώου – Εθνικό Πάρκο Αμβρακικού). Η περιοχή είναι βεβαίως μια από τις πιο απειλούμενες περιοχές στην Ελλάδα.
Σήμερα το βελανιδοδάσος Ξηρομέρου δεν είναι ενταγμένο σε κανένα καθεστώς προστασίας, είτε σε εθνικό, είτε σε διεθνές επίπεδο. Μόνον ένα πολύ μικρό τμήμα του περιλαμβάνεται στην ζώνη προστασίας NATURA 2000, με την οποία προστατεύεται ο υγρότοπος της λίμνης Οζερού που γειτνιάζει με το δάσος. Επίσης το βελανιδοδάσος Ξηρομέρου χαρακτηρίζεται ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους (ΤΙΦΚ) στην βάση δεδομένων που διατηρεί το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Πρόσφατα εκπονήθηκε για λογαριασμό του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων διαχειριστική μελέτη για το Βελανιδοδάσος Ξηρομέρου. Η μελέτη αυτή δεν έχει θεσμική υπόσταση και η εφαρμογή της υπόκειται στη δικαιοδοσία των αρμόδιων δασαρχείων, των οποίων η μέχρι τώρα αποτελεσματικότητα προστασίας του δάσους κρίνεται ως αμφίβολη. Βασική παράμετρος της προβληματικής παρακολούθησης και προστασίας του βελανιδοδάσους από τις αρμόδιες αρχές (Δασαρχεία) είναι ότι υπόκειται στη δικαιοδοσία τριών Δασαρχείων, όπως αναφέρθηκε και στην αρχή. Για να είναι αποτελεσματικότερη η φύλαξη του δάσους θα πρέπει να ανατεθεί εξολοκλήρου σε ένα δασαρχείο αίτημα που το έχουμε διατυπώσει επανειλημμένα προς τις αρμόδιες υπηρεσίες (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Δ/νση Δασών Αιτωλοακαρνανίας).
Προκειμένου να διατηρηθεί, να προστατευθεί και να αναδειχθεί το βελανιδοδάσος του Ξηρομέρου απαιτείται να ενταχθεί σε ένα καθεστώς προστασίας, να αποτελέσει δηλαδή Προστατευόμενη Περιοχή. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να εκπονηθεί Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη στο πλαίσιο του Ν. 1650/1986 σύμφωνα με τις προδιαγραφές του ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία μεταξύ των άλλων θα προβλέπει και τη σύσταση ενός αρμόδιου Φορέα Διαχείρισης (ΦΔ) που θα έχει την αποκλειστική ευθύνη για την εφαρμογή και παρακολούθηση των όσων θα προβλέπει η ως άνω μελέτη. Η μελέτη αυτή κατά τη διάρκεια της εκπόνησής της θα πρέπει να τεθεί υπόψη και να συζητηθεί με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και κυρίως με την τοπική κοινωνία, ώστε να διαμορφωθεί κατά το δυνατό κοινή συναίνεση στα διάφορα διαχειριστικά μέτρα και τα μέτρα προστασίας και να εξασφαλισθεί η πραγματοποίηση των σκοπών του διαχειριστικού σχεδίου και της προστασίας της περιοχής.
Αναγκαιότητα προστασίας του βελανιδοδάσους
Η οριοθέτηση φυσικών περιοχών με ιδιαίτερη οικολογική σημασία, όπως είναι η αναφερόμενη και η ίδρυση φυσικών πάρκων είναι μία συνηθισμένη πρακτική, που εφαρμόζεται πριν από πολλά χρόνια στα προηγμένα κράτη, για να διατηρούνται τα οικολογικά χαρακτηριστικά αυτών των περιοχών, με την ήπια και αειφορική αξιοποίησή τους, προσφέροντας παράλληλα στις τοπικές κοινωνίες εισόδημα και καλή ποιότητα ζωής.
Ο θεσμός των προστατευόμενων περιοχών αποτελεί την συνειδητή προσπάθεια της ανθρωπότητας να εξασφαλίσει τη διατήρηση των ζώντων οργανισμών και των ιδιαίτερων αξιών της φύσης. Έχει συνειδητοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό ότι ο θεσμός των προστατευόμενων περιοχών πρέπει να επεκτείνεται και να περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά δείγματα από όλες τις κατηγορίες φυσικών και ημιφυσικών εκτάσεων και αντίστοιχων οικοσυστημάτων, καθώς και θέσεων με ιδιαίτερα οικολογικά ή τοπιακά χαρακτηριστικά. Το βελανιδοδάσος Ξηρομέρου πληροί όλες τις προϋποθέσεις, ώστε να καταστεί μία προστατευόμενη περιοχή (στο πλαίσιο του Ν. 1650/1986), όχι όμως στα πρότυπα των περιοχών απολύτου προστασίας με εκδίωξη κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας, αλλά στα πρότυπα της ενεργού διαχείρισης ως μία περιοχή που έχει ευρύτερες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές αξίες. Ο όρος «Περιοχή Οικοανάπτυξης Βελανιδοδάσους Ξηρομέρου και λίμνης Οζερού» περιγράφει στο πλαίσιο των διατάξεων του Ν. 1650/1986 τον ως άνω τρόπο προστασίας – διαχείρισης και αξιοποίησης των δύο αυτών σημαντικότατων οικοσυστημάτων σε επίπεδο Νομού Αιτωλοακαρνανίας, αλλά και σε επίπεδο χώρας.
Η αειφορική διαχείριση του βελανιδοδάσους δεν μπορεί να παραβλέψει τον παράγοντα άνθρωπο. Στην σύγχρονη εποχή περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλους όπως το βελανιδοδάσος, αποτελούν πόλο έλξης ενός συνεχώς αυξανόμενου αριθμού επισκεπτών που επιδιώκουν την ικανοποίηση σύγχρονων αναγκών με τη συμμετοχή τους σε διάφορες μορφές υπαίθριας αναψυχής και φυσιολατρικού ή περιηγητικού τουρισμού που αυξάνεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Οι δραστηριότητες υπαίθριας αναψυχής διευκολύνουν την παραμονή των επισκεπτών στην ύπαιθρο και παρέχουν την ευκαιρία για ευχάριστες απασχολήσεις, κυρίως στη διάρκεια της ημέρας. Οι δραστηριότητες αυτές μπορούν να συνδυαστούν παράλληλα με την περιβαλλοντική εκπαίδευση, η οποία αποκτά ιδιαίτερη αξία σήμερα που η προστασία του περιβάλλοντος γενικότερα αποτελεί επιτακτική απαίτηση και η ανάγκη κατάλληλης πληροφόρησης και ενημέρωσης για τα θέματα αυτά γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Η διαχείριση του βελανιδοδάσους με τρόπο που να περιλαμβάνει την προσέλευση επισκεπτών δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες τόνωσης της τοπικής οικονομίας και αναζωογόνησης της ευρύτερης περιοχής. Εξάλλου η εγγύτητα της περιοχής ενδιαφέροντος με τα μεγάλα αστικά κέντρα του Νομού Αιτωλοακαρνανίας (περίπου μία ώρα χρονοαπόσταση από το Αγρίνιο και το Μεσολόγγι), καθιστά το βελανιδοδάσος προσιτό πόλο έλξης για κάθε ενδιαφερόμενο επισκέπτη και μια ευκαιρία για ξεκούραση και επιστροφή στη φύση των κατοίκων των αστικών κέντρων της ευρύτερης περιοχής. Γνωρίζοντας οι κάτοικοι των αστικών κέντρων από κοντά το βελανιδοδάσος και βλέποντας την καταστροφή που συντελείται από τη λαθροϋλοτομία είναι μία καλή ευκαιρία να σταματήσουν να προμηθεύονται ξύλα βελανιδιάς για τη θέρμανση των σπιτιών τους και να καταφύγουν σε εναλλακτικές πηγές.
Η οριοθέτηση ενός τέτοιου πάρκου στην δική μας περιοχή θα προστατέψει το είδος της βελανιδιάς που είναι από τα πιο σπάνια δασικά είδη και θα ενισχύσει την πράσινη επιχειρηματικότητα γύρω από τα προϊόντα αυτού του δέντρου, που όπως γνωρίζουμε στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν στην κατεργασία των δερμάτων και την βαφή των μάλλινων νημάτων και που σήμερα τείνουν να επανέλθουν για οικολογική χρήση σ’ αυτούς τους τομείς και σ’ άλλες καινοτόμες εφαρμογές. Πέρα όμως από τις παραδοσιακές χρήσεις των προϊόντων της βελανιδιάς, νέες δυνατότητες ανοίγονται στο μέλλον με την σύγχρονη και αειφορική διαχείριση των βελανιδοδασών και των λιμνών. Ο οικοτουρισμός κι ο αγροτουρισμός ταιριάζουν απόλυτα σε ένα τέτοιο φυσικό περιβάλλον και μπορούν άμεσα να προωθηθούν, ανεξάρτητα από την ίδρυση ή μη ενός φυσικού πάρκου, και μπορούν από τώρα να προωθηθούν και να αγκαλιάσουν την τοπική παράδοση και ιστορία.
Προκειμένου να κινηθεί η διαδικασία της προκήρυξης της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης που θα οδηγήσει μελλοντικά στην θεσμοθέτηση ενός καθεστώτος προστασίας του βελανιδοδάσους μας απαιτείται η ανάληψη της σχετικής πρωτοβουλίας από κάποιον δημόσιο φορέα που στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να είναι είτε η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος (Δ/νση Περιβάλλοντος Χωροταξίας) είτε το ΥΠΕΧΩΔΕ. Οι πιθανές πηγές χρηματοδότησης μπορεί να είναι το ΕΣΠΑ 2007 – 2013 μέσω του Ε.Π. Δυτικής Ελλάδας - Πελοποννήσου – Ιονίων Νήσων ή το Ε.Π. Περιβάλλον του ΥΠΕΧΩΔΕ. Πηγή www.velanidodasos.gr/
ΒΕΛΑΝΙΔΟΔΑΣΟΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ
Αναρτήθηκε από
ΦΥΤΑ ΦΥΤΩΡΙΑ ΔΕΛΤΑ NURSERIES DELTA TREES LTD
Τετάρτη 14 Απριλίου 2010
ΒΕΛΑΝΙΔΟΔΑΣΟΣ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ
Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ
Αντικείμενο
Το Βελανιδοδάσος Ξηρομέρου καταλαμβάνει συνολική έκταση 130.000 στρεμμάτων περίπου και είναι το μεγαλύτερο σε έκταση δάσος ήμερης βελανιδιάς στην περιοχή των Βαλκανίων. Βρίσκεται στην δυτική πλευρά του νομού Αιτωλοακαρνανίας και εκτείνεται από την παραλιακή περιοχή των όρμων Αστακού και Πλατυγιαλίου μέχρι τον ποταμό Αχελώο στα ανατολικά και την λίμνη Οζερό στα βορειοανατολικά. Πρόκειται για ένα δημόσιας ιδιοκτησίας δάσος μέσα στο οποίο περιλαμβάνονται και ιδιωτικές εκτάσεις, κυρίως καλλιέργειες και βοσκότοποι. Ο βασικός πυρήνας της περιοχής του δάσους είναι μια γραμμή από λόφους δυτικά και νότια της λίμνης Οζερού η οποία ονομάζεται λοφοσειρά Λιγοβίτσι – Μάνινα.
Περιλαμβάνεται στα διοικητικά όρια τεσσάρων Δήμων:
• Του Δήμου Αστακού, όπου ανήκει και το μεγαλύτερο τμήμα του δάσους
• Του Δήμου Στράτου
• Του Δήμου Οινιαδών και
• Του Δήμου Φυτειών
Επίσης, υπάγεται στην δικαιοδοσία τριών δασαρχείων:
• Του Δασαρχείου Αμφιλοχίας
• Του Δασαρχείου Αγρινίου και
• Του Δασαρχείου Μεσολογγίου
Εντός της έκτασης του βελανιδοδάσους βρίσκονται 11 οικισμοί, των οποίων διαχρονικά η εξέλιξη υπήρξε στενά συνδεδεμένη με το βελανιδοδάσος, οι οικισμοί αυτοί είναι:
• Αγράμπελο
• Γουριώτισσα
• Μάνινα Βλυζιανών
• Μαχαιρά
• Μπαμπίνη
• Παλαιομάνινα
• Πρόδρομος
• Ρίγανη
• Σκουρτού
• Στρογγυλοβούνι
• Χρυσοβίτσα
Εκτός τους οικισμούς αυτούς που είναι ανεπτυγμένοι περιμετρικά του κυρίως πυρήνα του βελανιδοδάσους υπάρχουν πολλοί περισσότεροι οικισμοί στην ευρύτερη περιοχή του Ξηρομέρου που η οικονομική τους βάση στηρίχθηκε κατά το παρελθόν στη συλλογή και το εμπόριο του βελανιδιού.
Βιοποικιλότητα
Η χλωρίδα και πανίδα που υπάρχει στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου συνιστά ένα οικοσύστημα με πλούσια βιοποικιλότητα, η οποία έχει υποβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια και χρήζει άμεσης προστασίας προκειμένου να μην υποβαθμιστεί ακόμη περισσότερο. Αποτελεί ένα από τα καλύτερα παραδείγματα συγκεντρώσεως δασικών περιοχών βαλανιδιάς στην Ελλάδα.
Το κυρίαρχο είδος στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου είναι η βελανιδιά και ειδικότερα η ήμερη βελανιδιά, η οποία έχει πανάρχαια σχέση με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Συναντάται κυρίως σε πεδινές περιοχές και κοντά σε οικισμούς οπότε και συνδέεται στενά με τα πολιτισμικά τοπία όπου συνυπάρχει η γεωργία και η κτηνοτροφία με το φυσικό τοπίο. Η ήμερη βελανιδιά δεν έχει ιδιαίτερες εδαφικές απαιτήσεις. Αναπτύσσεται σε αβαθή μέχρι και βαθιά εδάφη από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι περίπου τα 1.000 μ. υψόμετρο με προτίμηση στις πεδινές και λοφώδεις θέσεις 600 – 700 μ. υψόμετρου σε όλες τις εκθέσεις και κλίσεις. Είναι μακρόβιο είδος και μπορεί να ζήσει περισσότερο από 1000 χρόνια. Στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου έχουν καταγραφεί βελανιδιές ηλικίας μέχρι 800 ετών.
Η χλωρίδα είναι πλούσια σε είδη. Σύμφωνα με έρευνα της χλωρίδας που έχει πραγματοποιήσει το Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων (που εδρεύει στο Αγρίνιο) του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2003 καταγράφτηκαν στην περιοχή 256 γηγενή φυτά. Αυτή η συλλογή περιλαμβάνει μερικά σπάνια και ενδιαφέροντα είδη, όπως είναι οι εντυπωσιακές αποικίες της παιώνιας (Paeonia mascula russoi) και μια αξιόλογη ποικιλία από άγριες ορχιδέες που περιλαμβάνουν την Ophrys reinholdii και την Ophrys helenae.
Η δασική και η ευρύτερη περιοχή έχει και ορνιθολογικό ενδιαφέρον, διότι παρουσιάζει 127 είδη πουλιών τα οποία έχουν καταγραφεί. Από αυτά 26 είδη είναι υπό προστασία και αναφέρονται στον κατάλογο 1, της οδηγίας για τα πουλιά 79/409/EC. Τέσσερα είδη δρυοκολαπτών υπάρχουν στο δάσος, καθώς και ο δεντροκόπος (Dendrocopos medius) που είναι αρκετά άφθονος. Σημαντικά πουλιά που φωλιάζουν στην περιοχή είναι ο βραχύποδας αετός (Circaetus gallicus), ο αετός (Pernis apivorus), το μικρότερο γεράκι (Falco naumanni) και μερικά άλλα ενδιαφέροντα είδη των Βαλκανίων. Εξάλλου η περιοχή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη λίμνη Οζερό, το Δέλτα του Αχελώου και τους υγροτόπους που παρουσιάζουν σημαντική και σπουδαία ορνιθολογική πηγή.
Υπάρχει επίσης ποικιλία βιοτόπων που δημιουργούνται από λιβάδια, βραχώδεις μικροπεριοχές και ποικιλία δασικών ομάδων και βοσκοτόπων. Αυτές οι συνθήκες είναι πολύτιμες για μια ποικιλία ζωολογικού ενδιαφέροντος, η οποία περιλαμβάνει ορθόπτερα, όπως το έντομο Saga sp. και διάφορες νυχτερινές πεταλούδες όπως η Saturnia pyri. Υπάρχει επίσης μία ποικιλία από ερπετά μεταξύ των οποίων δύο είδη χελώνας, την Testudo marginata και T. hermanni, διάφορα φίδια και ομάδες από σαύρες που βρίσκονται σε πληθυσμούς αρκετά ενδιαφέροντες.
Άλλα ενδιαφέροντα σημεία της βιοποικιλότητας της περιοχής περιλαμβάνουν ένα μεγάλο αριθμό από δέντρα μεγάλης ηλικίας και κλειστές ομάδες ώριμων δέντρων με πολύ σάπιο υλικό ξυλείας που είναι ιδεώδες για πολλά ασπόνδυλα είδη που περιλαμβάνουν επίσης μεγάλους κανθάρους του δάσους, λειχήνες και μύκητες.
Πολιτιστική κληρονομιά
Η περιοχή είναι σημαντικότατη από πολιτιστικής πλευράς. Η Ακαρνανία είναι διάσπαρτη από σημαντικά Μυκηναϊκά και Κλασσικά Ελληνικά μέρη. Ερείπια από πόλεις και τείχη παλιών φρουρίων υπάρχουν κοντά και μέσα στο δάσος βαλανιδιάς. Υπόλοιπα Βυζαντινών – χριστιανικών μνημείων, μικρές εκκλησίες και άλλα μονοπάτια υπάρχουν στους λόφους. Η περιοχή του βελανιδοδάσους Ξηρομέρου κρατάει μέσα της πέντε αρχαία κάστρα και μεγάλο αριθμό βυζαντινών μνημείων και ιστορικών τόπων. Στην ευρύτερη περιοχή του Βελανιδοδάσους Ξηρόμερου ξεχωρίζουν τα τείχη της αρχαίας Στράτου, του Παλαιόκαστρου Λιγοβιτσίου, των Δηριέων (Σκουρτού), της Μητροπόλεως (σημερινής Ρίγανης), των αρχαίων Κορόντων (Χρυσοβίτσα), και της αρχαίας Σαυρίας στην Παλαιομάνινα.
Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των χωριών, τα τοπικά εδέσματα και ο τρόπος ζωής των κατοίκων είναι αυθεντικά κληρονομήματα και πηγές για εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Η συλλογή του βελανιδιού για εξαγωγή είχε γίνει συνήθεια για τους κατοίκους, για πάνω από 600 χρόνια και ήταν ένας ισχυρός δεσμός των ντόπιων κατοίκων και του μοναδικού δάσους βαλανιδιάς.
Το μοναστήρι της Παναγίας Λιγοβιτσιάνας, που βρίσκεται ακριβώς πάνω από τη λίμνη Οζερό, δέχεται μεγάλο αριθμό επισκεπτών καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου οι οποίοι διέρχονται μέσα από το βελανιδοδάσος, χωρίς να τους δίνεται όμως η δυνατότητα να το γνωρίσουν και να το απολαύσουν. Το διαρκώς αυξανόμενο ρεύμα επισκεπτών προς το Μοναστήρι Λιγοβιτσίου, και οι διαρκώς αυξανόμενες επισκέψεις σχολείων και ορειβατικών – φυσιολατρικών συλλόγων στο βελανιδοδάσος καταδεικνύουν περίτρανα την τεράστια σημασία του θρησκευτικού και οικολογικού - περιηγητικού τουρισμού για την περιοχή μας, ο οποίος όμως βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα.
Κίνδυνοι
Οι σημαντικότεροι κίνδυνοι που απειλούν το βελανιδοδάσος και έχουν συντελέσει διαχρονικά στην συρρίκνωσή του, οφείλονται σε συντριπτικό ποσοστό στον ανθρώπινο παράγοντα. Πιο συγκεκριμένα:
• Οι παράνομες εκχερσώσεις και καταπατήσεις του δημόσιου δάσους σε βάρος της δασοκάλυψης, που γίνονται για την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και των βοσκοτόπων
• Οι εμπρησμοί που γίνονται είτε από αμέλεια είτε εκ προθέσεως με σκοπό την επέκταση των βοσκοτόπων και των καλλιεργούμενων εκτάσεων.
• Η υπερβόσκηση με κύρια είδη τα αιγοπρόβατα που μπορούν και κινούνται σε επικλινή και δύσβατα εδάφη εμποδίζοντας την φυσιολογική ανάπτυξη των νεαρών βελανιδιών και επιβραδύνουν σημαντικά την φυσική αναγέννηση του δάσους. Στο παρελθόν οι χοίροι ελεύθερης βοσκής ήταν από τα κυρίως ζώα που τρέφονταν με τα βαλανίδια κάτι που σήμερα έχει περιοριστεί σημαντικά αν όχι και εκλείψει.
• Ο σημαντικότερος όμως κίνδυνος εξαφάνισης του δάσους οφείλεται στην λαθροϋλοτομία με σκοπό την εμπορική εκμετάλλευση του ξύλου της βελανιδιάς, το οποίο διοχετεύεται ως καυσόξυλα στα κοντινά αστικά κέντρα της περιοχής. Η λαθροϋλοτομία έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα αφότου σταμάτησε να γίνεται η συλλογή του βελανιδιού. Είναι συγκριτικά η πλέον κερδοφόρα μορφή παράνομης εκμετάλλευσης του βελανιδοδάσους και ταυτόχρονα αποτελεί τον πιο ανήθικο οικολογικά στόχο αυτής της εκμετάλλευσης. Τα δέντρα της βελανιδιάς δεν βλέπονται πλέον σαν μια πηγή βασικού οικονομικού παράγοντα και είναι εκτεθειμένα σε παράνομη ξύλευση για τις επιχειρήσεις ξυλείας και για τη θέρμανση από τα τζάκια και τις ξυλόσομπες. Η παράνομη ξύλευση είναι δύσκολο να σταματήσει και αυτό έχει δημιουργήσει έντονο τοπικό ενδιαφέρον για την προστασία του υπολειπομένου δάσους.
Ο βασικός παράγοντας που καθιστά τις ως άνω δραστηριότητες ως σοβαρούς κινδύνους για το βελανιδοδάσος είναι ότι το κυρίαρχο είδος – η ήμερη βελανιδιά – μεγαλώνει πολύ αργά γεγονός που καθιστά τη φυσική αναγέννηση του δάσους εξαιρετικά χρονοβόρα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι απαιτούνται τουλάχιστον 60 χρόνια για να καρποφορήσει για πρώτη φορά μία νεαρή βελανιδιά!
Εκτός όμως από τους κινδύνους που προέρχονται από τον άνθρωπο υπάρχουν και οι φυσικοί κίνδυνοι οι οποίοι εκδηλώνονται πολύ πιο σπάνια και είναι λιγότερο καταστροφικοί. Τέτοιοι κίνδυνοι είναι:
• Το παράνομο κυνήγι που συντελεί στον δραστικό περιορισμό της βιοποικιλότητας της περιοχής.
• Οι πυρκαγιές που οφείλονται σε φυσικά ή τυχαία αίτια όπως για παράδειγμα είναι οι κεραυνοί.
• Οι ασθένειες που μπορεί να προσβάλουν τα δένδρα.
Τα φαινόμενα αυτά πάντως είναι σπάνια στο βελανιδοδάσος Ξηρομέρου.
Καθεστώς προστασίας
Δυστυχώς το βελανιδοδάσος είναι μια από τις ελάχιστα μελετημένες περιοχές της προστασίας της φύσης στην Ελλάδα και είχε εγκαταλειφθεί από τις πρόσφατες δραστηριότητες προστασίας της περιοχής (Εθνικό Πάρκο λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου – Αιτωλικού και κάτω ρου του Αχελώου – Εθνικό Πάρκο Αμβρακικού). Η περιοχή είναι βεβαίως μια από τις πιο απειλούμενες περιοχές στην Ελλάδα.
Σήμερα το βελανιδοδάσος Ξηρομέρου δεν είναι ενταγμένο σε κανένα καθεστώς προστασίας, είτε σε εθνικό, είτε σε διεθνές επίπεδο. Μόνον ένα πολύ μικρό τμήμα του περιλαμβάνεται στην ζώνη προστασίας NATURA 2000, με την οποία προστατεύεται ο υγρότοπος της λίμνης Οζερού που γειτνιάζει με το δάσος. Επίσης το βελανιδοδάσος Ξηρομέρου χαρακτηρίζεται ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους (ΤΙΦΚ) στην βάση δεδομένων που διατηρεί το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Πρόσφατα εκπονήθηκε για λογαριασμό του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων διαχειριστική μελέτη για το Βελανιδοδάσος Ξηρομέρου. Η μελέτη αυτή δεν έχει θεσμική υπόσταση και η εφαρμογή της υπόκειται στη δικαιοδοσία των αρμόδιων δασαρχείων, των οποίων η μέχρι τώρα αποτελεσματικότητα προστασίας του δάσους κρίνεται ως αμφίβολη. Βασική παράμετρος της προβληματικής παρακολούθησης και προστασίας του βελανιδοδάσους από τις αρμόδιες αρχές (Δασαρχεία) είναι ότι υπόκειται στη δικαιοδοσία τριών Δασαρχείων, όπως αναφέρθηκε και στην αρχή. Για να είναι αποτελεσματικότερη η φύλαξη του δάσους θα πρέπει να ανατεθεί εξολοκλήρου σε ένα δασαρχείο αίτημα που το έχουμε διατυπώσει επανειλημμένα προς τις αρμόδιες υπηρεσίες (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Δ/νση Δασών Αιτωλοακαρνανίας).
Προκειμένου να διατηρηθεί, να προστατευθεί και να αναδειχθεί το βελανιδοδάσος του Ξηρομέρου απαιτείται να ενταχθεί σε ένα καθεστώς προστασίας, να αποτελέσει δηλαδή Προστατευόμενη Περιοχή. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να εκπονηθεί Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη στο πλαίσιο του Ν. 1650/1986 σύμφωνα με τις προδιαγραφές του ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία μεταξύ των άλλων θα προβλέπει και τη σύσταση ενός αρμόδιου Φορέα Διαχείρισης (ΦΔ) που θα έχει την αποκλειστική ευθύνη για την εφαρμογή και παρακολούθηση των όσων θα προβλέπει η ως άνω μελέτη. Η μελέτη αυτή κατά τη διάρκεια της εκπόνησής της θα πρέπει να τεθεί υπόψη και να συζητηθεί με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς και κυρίως με την τοπική κοινωνία, ώστε να διαμορφωθεί κατά το δυνατό κοινή συναίνεση στα διάφορα διαχειριστικά μέτρα και τα μέτρα προστασίας και να εξασφαλισθεί η πραγματοποίηση των σκοπών του διαχειριστικού σχεδίου και της προστασίας της περιοχής.
Αναγκαιότητα προστασίας του βελανιδοδάσους
Η οριοθέτηση φυσικών περιοχών με ιδιαίτερη οικολογική σημασία, όπως είναι η αναφερόμενη και η ίδρυση φυσικών πάρκων είναι μία συνηθισμένη πρακτική, που εφαρμόζεται πριν από πολλά χρόνια στα προηγμένα κράτη, για να διατηρούνται τα οικολογικά χαρακτηριστικά αυτών των περιοχών, με την ήπια και αειφορική αξιοποίησή τους, προσφέροντας παράλληλα στις τοπικές κοινωνίες εισόδημα και καλή ποιότητα ζωής.
Ο θεσμός των προστατευόμενων περιοχών αποτελεί την συνειδητή προσπάθεια της ανθρωπότητας να εξασφαλίσει τη διατήρηση των ζώντων οργανισμών και των ιδιαίτερων αξιών της φύσης. Έχει συνειδητοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό ότι ο θεσμός των προστατευόμενων περιοχών πρέπει να επεκτείνεται και να περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά δείγματα από όλες τις κατηγορίες φυσικών και ημιφυσικών εκτάσεων και αντίστοιχων οικοσυστημάτων, καθώς και θέσεων με ιδιαίτερα οικολογικά ή τοπιακά χαρακτηριστικά. Το βελανιδοδάσος Ξηρομέρου πληροί όλες τις προϋποθέσεις, ώστε να καταστεί μία προστατευόμενη περιοχή (στο πλαίσιο του Ν. 1650/1986), όχι όμως στα πρότυπα των περιοχών απολύτου προστασίας με εκδίωξη κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας, αλλά στα πρότυπα της ενεργού διαχείρισης ως μία περιοχή που έχει ευρύτερες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές αξίες. Ο όρος «Περιοχή Οικοανάπτυξης Βελανιδοδάσους Ξηρομέρου και λίμνης Οζερού» περιγράφει στο πλαίσιο των διατάξεων του Ν. 1650/1986 τον ως άνω τρόπο προστασίας – διαχείρισης και αξιοποίησης των δύο αυτών σημαντικότατων οικοσυστημάτων σε επίπεδο Νομού Αιτωλοακαρνανίας, αλλά και σε επίπεδο χώρας.
Η αειφορική διαχείριση του βελανιδοδάσους δεν μπορεί να παραβλέψει τον παράγοντα άνθρωπο. Στην σύγχρονη εποχή περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλους όπως το βελανιδοδάσος, αποτελούν πόλο έλξης ενός συνεχώς αυξανόμενου αριθμού επισκεπτών που επιδιώκουν την ικανοποίηση σύγχρονων αναγκών με τη συμμετοχή τους σε διάφορες μορφές υπαίθριας αναψυχής και φυσιολατρικού ή περιηγητικού τουρισμού που αυξάνεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Οι δραστηριότητες υπαίθριας αναψυχής διευκολύνουν την παραμονή των επισκεπτών στην ύπαιθρο και παρέχουν την ευκαιρία για ευχάριστες απασχολήσεις, κυρίως στη διάρκεια της ημέρας. Οι δραστηριότητες αυτές μπορούν να συνδυαστούν παράλληλα με την περιβαλλοντική εκπαίδευση, η οποία αποκτά ιδιαίτερη αξία σήμερα που η προστασία του περιβάλλοντος γενικότερα αποτελεί επιτακτική απαίτηση και η ανάγκη κατάλληλης πληροφόρησης και ενημέρωσης για τα θέματα αυτά γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Η διαχείριση του βελανιδοδάσους με τρόπο που να περιλαμβάνει την προσέλευση επισκεπτών δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες τόνωσης της τοπικής οικονομίας και αναζωογόνησης της ευρύτερης περιοχής. Εξάλλου η εγγύτητα της περιοχής ενδιαφέροντος με τα μεγάλα αστικά κέντρα του Νομού Αιτωλοακαρνανίας (περίπου μία ώρα χρονοαπόσταση από το Αγρίνιο και το Μεσολόγγι), καθιστά το βελανιδοδάσος προσιτό πόλο έλξης για κάθε ενδιαφερόμενο επισκέπτη και μια ευκαιρία για ξεκούραση και επιστροφή στη φύση των κατοίκων των αστικών κέντρων της ευρύτερης περιοχής. Γνωρίζοντας οι κάτοικοι των αστικών κέντρων από κοντά το βελανιδοδάσος και βλέποντας την καταστροφή που συντελείται από τη λαθροϋλοτομία είναι μία καλή ευκαιρία να σταματήσουν να προμηθεύονται ξύλα βελανιδιάς για τη θέρμανση των σπιτιών τους και να καταφύγουν σε εναλλακτικές πηγές.
Η οριοθέτηση ενός τέτοιου πάρκου στην δική μας περιοχή θα προστατέψει το είδος της βελανιδιάς που είναι από τα πιο σπάνια δασικά είδη και θα ενισχύσει την πράσινη επιχειρηματικότητα γύρω από τα προϊόντα αυτού του δέντρου, που όπως γνωρίζουμε στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν στην κατεργασία των δερμάτων και την βαφή των μάλλινων νημάτων και που σήμερα τείνουν να επανέλθουν για οικολογική χρήση σ’ αυτούς τους τομείς και σ’ άλλες καινοτόμες εφαρμογές. Πέρα όμως από τις παραδοσιακές χρήσεις των προϊόντων της βελανιδιάς, νέες δυνατότητες ανοίγονται στο μέλλον με την σύγχρονη και αειφορική διαχείριση των βελανιδοδασών και των λιμνών. Ο οικοτουρισμός κι ο αγροτουρισμός ταιριάζουν απόλυτα σε ένα τέτοιο φυσικό περιβάλλον και μπορούν άμεσα να προωθηθούν, ανεξάρτητα από την ίδρυση ή μη ενός φυσικού πάρκου, και μπορούν από τώρα να προωθηθούν και να αγκαλιάσουν την τοπική παράδοση και ιστορία.
Προκειμένου να κινηθεί η διαδικασία της προκήρυξης της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης που θα οδηγήσει μελλοντικά στην θεσμοθέτηση ενός καθεστώτος προστασίας του βελανιδοδάσους μας απαιτείται η ανάληψη της σχετικής πρωτοβουλίας από κάποιον δημόσιο φορέα που στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να είναι είτε η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος (Δ/νση Περιβάλλοντος Χωροταξίας) είτε το ΥΠΕΧΩΔΕ. Οι πιθανές πηγές χρηματοδότησης μπορεί να είναι το ΕΣΠΑ 2007 – 2013 μέσω του Ε.Π. Δυτικής Ελλάδας - Πελοποννήσου – Ιονίων Νήσων ή το Ε.Π. Περιβάλλον του ΥΠΕΧΩΔΕ. Πηγή www.velanidodasos.gr/
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια