Ζιζυφος (Zizyphus), Αγγλιστί (jujube-tree), Γαλλιστί (jujubier),
Οικογενεια :Ραμνίδες (Rhamnaceae) Κοινό όνομα :τζιτζιφιά
Το όνομα του φυτού είναι Αραβικής καταγωγής, αναφέρεται δε το πρώτον εις την ελληνικήν περί τα τέλη του Α΄μ.χ αιώνος, υπό του Διδύμου ( γεωπονικά 10,3,4) ( Λεξικό Π.Γ.Γεννάδιου 1914).
Η Τζιτζιφιά μικρό καρποφόρο δέντρο του οποίου η επιστημονική ονομασία είναι Ζίζυφος η κοινή (Zizyphus sativa) κατάγεται από την Κίνα και καλλιεργείται στις μεσογειακές χώρες από την αρχαιότητα. Κατά τον Γεννάδιο απαντώνται αυτοφυόμενα η καλλιεργούμενα είδη. Ζίζυφος ο Λωτός, Ζίζυφος ο κεντροφόρος, Ζίζυφος η κοινή «( Z. Lotus , Z. Spina Christi & Z. Vulgaris - Sativa).
Αξιόλογον είναι το είδος Zizyphus Jujuba Lab. Ιθαγενές της Σινικής θεραπευόμενον ευρέως είς τας θερμάς υποτροπικάς ευκράτους περιοχάς και παρ΄υμιν εις Ιονίους νήσους προς κόσμον και δια τους εύγευστους μεγαλυτέρους της εδώδίμου Ζιζύφου καρπούς. Άλλα είδη είναι η Zizyphus joazeri ,Zizyphus giraldii, Zizyphus oxyphylla, Zizyphus rigosa, (Λεξικό Δ.Καββάδα τόμος IV σελ. 1582).
Το είδος Zizyphus Lotus (Ζίζυφος ο Λωτός), Πάλιουρον εν Λιβύη το ονομάζει ο Θεόφραστος, χρησιμοποιείτο ως τροφή των Λωτοφάγων κατά την Ομηρική εποχή.
Χρειάζεται εύκρατο θερμό κλίμα γι’αυτό στις βόρειες περιοχές θα πρέπει να φυτεύεται σε πολύ προφυλαγμένα μέρη. Πρόκειται για φυλλοβόλο δέντρο με συστραμμένο κορμό και κλαδιά καθώς και μικρά ωοειδή γυαλιστερά και δερματώδη φύλλα με αγκαθωτά παράφυλλα. Τα λουλούδια κιτρινωπά και ασήμαντα ανοίγουν στα τέλη της ανοίξεως. Οι μικροί καρποί που μοιάζουν κάπως με τις ελιές είναι δρύπες με παχιά και σαρκώδη σάρκα η οποία έχει υπόξινη γεύση. Το χρώμα των καρπών οι οποίοι είναι γνωστοί σαν τζίτζιφα στην αρχή είναι πράσινο αργότερο κίτρινο και τέλος κατά την ωρίμανση (Σεπτέμβριο-Οκτώβριο) κοκκινωπό ή καστανό.
Τεχνική της καλλιέργειας
Η τζιτζιφιά αναπτύσσεται καλά στις περιοχές με εύκρατο-θερμό κλίμα. Φυτεύεται το φθινόπωρο σε βαθιά, ελαφριά, στεγνά αλλά όχι αργιλώδη εδάφη και σε μέρη προφυλαγμένα από το κρύο και τους ανοιξιάτικους παγετούς. Είναι ένα δέντρο με πολύ αργή ανάπτυξη που φτάνει την πλήρη παραγωγή γύρω στην ηλικία των 15χρόνων.
Πολλαπλασιασμός
Η τζιτζιφιά είναι ένα δέντρο με πολλές παραφυάδες οι οποίες κόβονται το φθινόπωρο και φυτεύονται σε φυτώριο όπου αφήνονται ώσπου να φτάσουν το ύψος του 1-1,5μ. Μπορεί επίσης να πολλαπλασιαστεί και με σπόρο αλλά στην περίπτωση αυτή θα περάσουν αρκετά χρόνια για να μπεί το δέντρο σε παραγωγή.
Συγκομιδή και διατήρηση
Τα τζίτζιφα συγκομίζονται όταν είναι τελείως ώριμα. Μπορούν να καταναλωθούν νωπά ή αφού ξεραθούν στον ήλιο : με την αποξήρανση η σάρκα χάνει την ξινωπή της γεύση και γίνεται πιο γλυκιά. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μαρμελάδες. Στην ιατρική χρησιμοποιούνται για την Παρασκευή καταπραϋντικών.
Το άρθρο είναι αφιερωμένο σε έναν ακούραστο Εργάτη - Επιστήμονα - Γεωπόνο - Μελετητή τον Φίλο Γρηγόρη Γκουντόπουλο για την εξαιρετική προσπάθεια που καταβάλλει με τις άρτιες και επιστημονικές γνώσεις του στην εξάπλωση της καλλιέργειας και παραγωγής Ροδιού στην Ελλάδα.
Οικογενεια :Ραμνίδες (Rhamnaceae) Κοινό όνομα :τζιτζιφιά
Το όνομα του φυτού είναι Αραβικής καταγωγής, αναφέρεται δε το πρώτον εις την ελληνικήν περί τα τέλη του Α΄μ.χ αιώνος, υπό του Διδύμου ( γεωπονικά 10,3,4) ( Λεξικό Π.Γ.Γεννάδιου 1914).
Η Τζιτζιφιά μικρό καρποφόρο δέντρο του οποίου η επιστημονική ονομασία είναι Ζίζυφος η κοινή (Zizyphus sativa) κατάγεται από την Κίνα και καλλιεργείται στις μεσογειακές χώρες από την αρχαιότητα. Κατά τον Γεννάδιο απαντώνται αυτοφυόμενα η καλλιεργούμενα είδη. Ζίζυφος ο Λωτός, Ζίζυφος ο κεντροφόρος, Ζίζυφος η κοινή «( Z. Lotus , Z. Spina Christi & Z. Vulgaris - Sativa).
Αξιόλογον είναι το είδος Zizyphus Jujuba Lab. Ιθαγενές της Σινικής θεραπευόμενον ευρέως είς τας θερμάς υποτροπικάς ευκράτους περιοχάς και παρ΄υμιν εις Ιονίους νήσους προς κόσμον και δια τους εύγευστους μεγαλυτέρους της εδώδίμου Ζιζύφου καρπούς. Άλλα είδη είναι η Zizyphus joazeri ,Zizyphus giraldii, Zizyphus oxyphylla, Zizyphus rigosa, (Λεξικό Δ.Καββάδα τόμος IV σελ. 1582).
Το είδος Zizyphus Lotus (Ζίζυφος ο Λωτός), Πάλιουρον εν Λιβύη το ονομάζει ο Θεόφραστος, χρησιμοποιείτο ως τροφή των Λωτοφάγων κατά την Ομηρική εποχή.
Χρειάζεται εύκρατο θερμό κλίμα γι’αυτό στις βόρειες περιοχές θα πρέπει να φυτεύεται σε πολύ προφυλαγμένα μέρη. Πρόκειται για φυλλοβόλο δέντρο με συστραμμένο κορμό και κλαδιά καθώς και μικρά ωοειδή γυαλιστερά και δερματώδη φύλλα με αγκαθωτά παράφυλλα. Τα λουλούδια κιτρινωπά και ασήμαντα ανοίγουν στα τέλη της ανοίξεως. Οι μικροί καρποί που μοιάζουν κάπως με τις ελιές είναι δρύπες με παχιά και σαρκώδη σάρκα η οποία έχει υπόξινη γεύση. Το χρώμα των καρπών οι οποίοι είναι γνωστοί σαν τζίτζιφα στην αρχή είναι πράσινο αργότερο κίτρινο και τέλος κατά την ωρίμανση (Σεπτέμβριο-Οκτώβριο) κοκκινωπό ή καστανό.
Τεχνική της καλλιέργειας
Η τζιτζιφιά αναπτύσσεται καλά στις περιοχές με εύκρατο-θερμό κλίμα. Φυτεύεται το φθινόπωρο σε βαθιά, ελαφριά, στεγνά αλλά όχι αργιλώδη εδάφη και σε μέρη προφυλαγμένα από το κρύο και τους ανοιξιάτικους παγετούς. Είναι ένα δέντρο με πολύ αργή ανάπτυξη που φτάνει την πλήρη παραγωγή γύρω στην ηλικία των 15χρόνων.
Πολλαπλασιασμός
Η τζιτζιφιά είναι ένα δέντρο με πολλές παραφυάδες οι οποίες κόβονται το φθινόπωρο και φυτεύονται σε φυτώριο όπου αφήνονται ώσπου να φτάσουν το ύψος του 1-1,5μ. Μπορεί επίσης να πολλαπλασιαστεί και με σπόρο αλλά στην περίπτωση αυτή θα περάσουν αρκετά χρόνια για να μπεί το δέντρο σε παραγωγή.
Συγκομιδή και διατήρηση
Τα τζίτζιφα συγκομίζονται όταν είναι τελείως ώριμα. Μπορούν να καταναλωθούν νωπά ή αφού ξεραθούν στον ήλιο : με την αποξήρανση η σάρκα χάνει την ξινωπή της γεύση και γίνεται πιο γλυκιά. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν για μαρμελάδες. Στην ιατρική χρησιμοποιούνται για την Παρασκευή καταπραϋντικών.
Το άρθρο είναι αφιερωμένο σε έναν ακούραστο Εργάτη - Επιστήμονα - Γεωπόνο - Μελετητή τον Φίλο Γρηγόρη Γκουντόπουλο για την εξαιρετική προσπάθεια που καταβάλλει με τις άρτιες και επιστημονικές γνώσεις του στην εξάπλωση της καλλιέργειας και παραγωγής Ροδιού στην Ελλάδα.
0 σχόλια